- ναυπηγούς
- ναυπηγόςshipbuildermasc acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
εννήρης — ἐννήρης, ες (Α) (ενν. ναυς) πολεμικό πλοίο τού αρχαίου ναυτικού που κινούνταν με εννέα σειρές κουπιών στις οποίες αντιστοιχούσαν ισάριθμες σειρές από έδρανα για τους κωπηλάτες η ύπαρξή του αμφισβητείται από τους σύγχρονους ιστορικούς και… … Dictionary of Greek
ξυλογλυπτική — Η τέχνη της απεικόνισης, πάνω σε ξύλο, διαφόρων μορφών ή καλλιτεχνικών σχεδίων. Αποτελεί μία από τις αρχαιότερες και περισσότερο διαδομένες τέχνες σε ολόκληρο τον κόσμο. Οι αρχαίοι αναπτύξανε την ξ., όχι μόνο για διακοσμητικούς λόγους αλλά και… … Dictionary of Greek
Σιρκούφ, Ρομπέρ — (Surcouf, 1773 – 1827). Γάλλος ναυτικός. Σε ηλικία 13 ετών επιβιβάστηκε σε πλοίο από το λιμάνι του Σεν Μαλό και πήγε στην Ινδία. Στη συνέχεια έκανε διάφορα ταξίδια στη Μαδαγασκάρη. Αργότερα ανέλαβε τη διοίκηση του πλοίου Κρεολή και από το 1795,… … Dictionary of Greek
Τεχνικό Επιμελητήριο της Ελλάδας — Ιδρύθηκε το 1923 και περιλαμβάνει στους κόλπους του διπλωματούχους του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και άλλων ισότιμων σχολών του εξωτερικού (πολιτικούς μηχανικούς, αρχιτέκτονες, μηχανολόγους ηλεκτρολόγους, χημικούς, τοπογράφους,… … Dictionary of Greek